Η εντυπωσιακή πορεία του τουρισμού αποτελεί αχτίδα αισιοδοξίας για τους άμεσα και έμμεσα εμπλεκόμενους με τον κλάδο και ενισχύει με έσοδα τα δημόσια ταμεία.
Η επιθυμία για εκτόνωση μετά τον διετή εγκλεισμό και η ευκαιρία για επιστροφή στην κανονικότητα απέναντι στην αμφιβολία για το τι μπορεί να επακολουθήσει από Σεπτέμβριο με τα ενεργειακά και την ενδεχόμενη αναζωπύρωση της πανδημίας, αποτελεί κίνητρο που υπερτερεί της στάσης αναμονής και αυτοσυγκράτησης εξαιτίας της ακρίβειας και της συνεχιζόμενης ανοδικής πορείας των τιμών.
Τα αεροδρόμια είναι γεμάτα με σημαντική αύξηση από χώρες με ισχυρή κατά κεφαλήν τουριστική δαπάνη, όπως οι ΗΠΑ. Στην προκειμένη περίπτωση βέβαια, βοηθά και η ενίσχυση του δολαρίου την προηγούμενη περίοδο σε σχέση με το ευρώ, γεγονός που αντισταθμίζει κατά ένα μέρος την αύξηση των τιμών τόσο στην εγχώρια, όσο και στην αμερικανική αγορά.
Τα αναμενόμενα έσοδα από τον τουρισμό με βάση τις σημερινές εκτιμήσεις θα προσεγγίσουν και ενδεχομένως ξεπεράσουν τα επίπεδα του 2019 (18 δις ευρώ με 30 εκατ. τουρίστες).
Στα θετικά νέα να προσθέσουμε την ισχυρή ανάπτυξη τους πρώτους μήνες του 2022 που αναμένεται να συνεχιστεί με ισχυρότερους ρυθμούς σε σχέση με τα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα και την καλύτερη του αναμενομένου πορεία των δημοσίων εσόδων, παρά τις ελαφρύνσεις με τα «δημοσιονομικά περιθώρια» και για νέες παροχές.
Το μεγάλο ζητούμενο παραμένει όμως η καθημερινότητα με την ακρίβεια και τους διψήφιους ρυθμούς πληθωρισμού που είχαμε να δούμε εδώ και δεκαετίες και πριν την είσοδο της χώρας στο ευρώ.
Οι εισοδηματικές ενισχύσεις με διάφορα προγράμματα (όπως σε ρεύμα, καύσιμα, αντικατάσταση συσκευών, κουπόνι για ηλεκτρονικά είδη από εκπαιδευτικούς) και οι διευρυμένες κοινωνικές παροχές, όπως το νέο πρόγραμμα κοινωνικού τουρισμού, στοχεύουν στη στήριξη, με το χρονικό σημείο να προϊδεάζει ότι πλησιάζουμε ταχύτατα στην κορύφωση του εκλογικού κύκλου.
Η χρονική ολοκλήρωση αυτού του κύκλου θα εξαρτηθεί από την πορεία της οικονομίας τους επόμενους μήνες και την προοπτική του πόσο σύντομα θα λήξει ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Μια σύντομη λήξη θα έδινε δυνατότητα ανακούφισης, τάση αποκλιμάκωσης της ισχυρής πίεσης στις τιμές και συγκράτησης στον πληθωρισμό.
Ακόμα και σε αυτό το θετικό σενάριο πάντως, τα προβλήματα θα είναι μεγάλα. Διαμορφώνονται νέες γεωπολιτικές και οικονομικές ισορροπίες και ένα διεθνές πλαίσιο με νέα δεδομένα σε ότι αφορά την επάρκεια και τον εφοδιασμό με τρόφιμα, πρώτες ύλες και ενεργειακούς πόρους και με υψηλά επίπεδα τιμών.
Ακόμα και στην καλύτερη περίπτωση, θα χρειαστεί χρόνος προκειμένου να διαμορφωθεί μια νέα τάση και να αποκατασταθεί σταδιακά η εμπιστοσύνη στις αγορές.
Ο κίνδυνος πανευρωπαϊκής ύφεσης είναι υπαρκτός με κεντρικό ζήτημα και μεγάλο ερωτηματικό για την περίοδο από το φθινόπωρο και μετά, την επάρκεια και τις τιμές στην ενέργεια και τις ευρύτερες συνέπειές τους στην οικονομία.
Το ενδεχόμενο της ύφεσης γίνεται μεγαλύτερο καθώς οι κεντρικές τράπεζες προχωρούν σε περιοριστικές νομισματικές πολιτικές. Η φάση ανόδου των επιτοκίων που βρίσκεται σε εξέλιξη, επιβαρύνει το κόστος δανεισμού για νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κράτη και λειτουργεί επιβραδυντικά στην ανάπτυξη για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα του πληθωρισμού.
Για τη χώρα μας ο τουρισμός είναι ένας στυλοβάτης, συγκριτικό πλεονεκτήματα, στον οποίο μπορεί να στηριχθεί απέναντι στις νέες προκλήσεις. Δεν είναι όμως αρκετός.
Για το βασικό ζητούμενο, τη μείωση της ακρίβειας τα περιθώρια ελιγμών περιορίζονται από δομικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας, όπως η σχέση μεταξύ έμμεσων και άμεσων φόρων, σε συνδυασμό με την ομαλή εκτέλεση του προϋπολογισμού και το ύψος και τη μορφή της συνολικής δαπάνης.
Χαρακτηριστική περίπτωση, η παραδοχή ότι αν μειωθεί ο ειδικός φόρος κατά 20 λεπτά το κράτος θα έχει απώλεια 1,5 δις ευρώ, κάτι που δεν μπορεί να αντέξει ο προϋπολογισμός και επιπλέον ότι η μείωση αυτή μπορεί να μη φτάσει στον τελικό καταναλωτή και να «χαθεί» στα ενδιάμεσα στάδια.
Οι όποιες δομικές αλλαγές μπορούν να γίνουν σε μεσομακροπρόθεσμη βάση και με ομαλότερες συνθήκες στην αγορά.
Στο άμεσο διάστημα με τα πιεστικά προβλήματα της ακρίβειας και τον κίνδυνο μιας παρατεταμένης ύφεσης να μην είναι μακριά, είναι απαραίτητη η συνέχιση των πολιτικών ενίσχυσης με έμφαση στα νοικοκυριά που πιέζονται περισσότερο, τα νοικοκυριά που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Πολλά χρόνια έχουν μαζευτεί πλέον, όπου πάνω από το μισό της κοινωνίας βρίσκεται αντιμέτωπο με χαμηλά εισοδήματα και τα βγάζει δύσκολα πέρα. Και το πρόβλημα γίνεται ακόμα μεγαλύτερο όταν ακριβαίνει τόσο πολύ το κόστος στην ενέργεια, την μετακίνηση, ακόμα και στα τρόφιμα και τα είδη πρώτης ανάγκης.
Πολιτικές επίσης, που θα ενισχύουν τον ανταγωνισμό και η ένταση των ελέγχων για πάταξη της αισχροκέρδειας των αθέμιτων πρακτικών και των εναρμονισμένων πρακτικών (καρτέλ), μπορούν να συμβάλουν στην βελτίωση της εικόνας, στη μεγαλύτερη κοινωνική δικαιοσύνη και να εξασφαλιστεί ισχυρότερη «δημοσιονομικό περιθώριο», ενόψει και του δύσκολου χειμώνα που είναι μπροστά μας.
* Οικονομολόγος, δημοτικός σύμβουλος δήμου Θηβαίων